Η Αλβανία προκαλεί, η Ελλάδα αδιαφορεί

Τα όσα συμβαίνουν στην κατεχόμενη Β. Ήπειρο τον τελευταίο καιρό δυστυχώς δεν είναι γνωστά σε όλους. Με δεδομένη την αδιαφορία της κυβερνήσεως Καραμανλή (που συναγωνίζεται «επαξίως» την κυβέρνηση Σημίτη σε εθνική αναλγησία και εγκατάλειψη για τους Έλληνες Βορειοηπειρώτες), οι αλβανικές αρχές έχουν αποθρασυνθεί κατά της ελληνικής μειονότητας.

Το Πρωτοδικείο Αυλώνας καταδίκασε τον Βασίλη Μπολάνο, δήμαρχο Χειμάρρας και πρόεδρο του κόμματος της ελληνικής εθνικής μειονότητας «Ομόνοια», σε έξι μήνες φυλάκιση, χρηματικό πρόστιμο 4.000 ευρώ και τρία χρόνια παύση από τα δημαρχιακά του καθήκοντα.

Το «έγκλημα» του Έλληνα δημάρχου ήταν πως το 2008 αφαίρεσε τις οδικές πινακίδες, εντός των ορίων του δήμου του, όπου τα τοπωνύμια, οι συνοικίες, τα μνημεία και οι κύριες οδοί της πόλης ήταν γραμμένα σε αλβανικά και αγγλικά και θέλησε να τις αντικαταστήσει με πινακίδες που θα αναγράφουν την ονομασία και στα ελληνικά.

Οι αλβανικές Αρχές τον κατηγόρησαν για «κατάχρηση εξουσίας» και «καταστροφή δημόσιας περιουσίας», επειδή τόλμησε να εφαρμόσει τα όσα προβλέπονται από τις διεθνείς συνθήκες που έχει υπογράψει η Αλβανία για τα δικαιώματα της Ελληνικής Μειονότητας, αποδεικνύοντας εμπράκτως τη δυσκολία προσαρμογής της Αλβανίας σε δεδομένα κράτους δικαίου και μέλους των Ευρωπαϊκών δομών.

Η "Ομόνοια" σε δελτίο τύπου που εξέδωσε στους Αγ. Σαράντα την 21/4 καταγγέλει χαρακτηριστικά πως η συγκεκριμένη καταδίκη «αφορά το κάθε μέλος της Εθνικής Ελληνικής Μειονότητας και αποδεικνύει και για τον πλέον καχύποπτο ότι ο Ελληνισμός στην Αλβανία βρίσκεται υπό κλιμακούμενη δίωξη».

Και στην Μητέρα Πατρίδα τα μεν κόμματα εξουσίας κωφεύουν, η δε λεγόμενη αριστερά ενώ διοργανώνει θορυβώδη συλλαλητήρια για τα δικαιώματα των μεταναστών, για τα στοιχειώδη ανθρώπινα και πολιτικά δικαιώματα των γηγενών Ελλήνων στη Β. Ήπειρο σιωπά προκλητικά.

Όλα αυτά λίγες ημέρες πριν την επίσκεψη του κ. Καραμανλή στα Τίρανα (26-27 Απριλίου). Μάλιστα, ο Αλβανός πρέσβης στην Αθήνα, δήλωσε ότι η επίσκεψη του Κώστα Καραμανλή στα Τίρανα επιβεβαιώνει ότι η Αλβανία έχει εκπληρώσει τα απαιτούμενα κριτήρια που αφορούν στα δικαιώματα των μειονοτήτων, ενώ αποτελεί και «έκφραση ευγνωμοσύνης τόσο της ελληνικής κυβέρνησης όσο και του ελληνικού λαού για τη συμβολή των Αλβανών μεταναστών στην πολιτική και κοινωνική ζωή της Ελλάδας» (!)

Φαίνεται είτε ότι ο Αλβανός διπλωμάτης δεν γνωρίζει τον ακριβή αριθμό των ομοεθνών του κρατουμένων σε ελληνικές φυλακές και πόσοι Έλληνες έχουν χάσει τη ζωή τους από αλβανικά χέρια, είτε μας εμπαίζει κατά πρόσωπο.

Ο Πατριάρχης Γρηγόριος Ε΄

Ο Γρηγόριος Ε΄ (1746-1821) ανέβηκε τρεις φορές στον Πατριαρχικό θρόνο σε μια κρίσιμη εποχή. Αποτελεί πολυσυζητημένη μορφή λόγω της εμπλοκής του στις ιδεολογικές συγκρούσεις του νεότερου ελληνισμού.

Ήθελε έναν διαφωτισμό ελληνότροπο
, όχι για λόγους τυφλής συντηρητικότητας, αλλά για να διασώσει την ρωμαίικη παράδοση, την οποία έβλεπε να απειλείται από τον αντιχριστιανισμό της Γαλλικής Επανάστασης.

Οι νεοταξίτες αναθεωρητές τις Ιστορίας μας τον κατηγορούν, επειδή τον Μάρτιο του 1821 αφόρισε το κίνημα του Υψηλάντη στην Μολδοβλαχία. Λησμονούν ότι το έπραξε κάτω από την απειλή της γενικής σφαγής των Ρωμιών της Πόλης. Εξάλλου, ο Αλέξανδρος Υψηλάντης, ήδη στις 29 Ιανουαρίου 1821, προέβλεπε σε επιστολή του στον Κολοκοτρώνη: «Ο Πατριάρχης θα βιαστεί υπό της Πύλης και θέλει στέλλει αφοριστικά…»

Η είδηση για την έναρξη της επαναστάσεως στην Πελοπόννησο έφθασε στην Κωνσταντινούπολη το βράδι της 31ης Μαρτίου 1821. Ο σουλτάνος Μαχμούτ και οι σύμβουλοί του ανησυχούσαν ότι θα ξεσπούσε εξέγερση και μέσα στην Κωνσταντινούπολη.

Θεώρησαν ότι τα αποτελεσματικότερο μέτρο για τη μη εξάπλωση της επαναστάσεως και για την καταστολή της στις επαναστατημένες περιοχές ήταν ή τρομοκρατία. Έτσι, άρχισε από την Κωνσταντινούπολη κύμα άγριων διωγμών που επεκτάθηκε σε όλες σχεδόν τις περιοχές της αυτοκρατορίας.

Την 1η Απριλίου οργανώθηκε οχλαγωγική διαδήλωση με επικεφαλής φανατικούς «σοφτάδες», τροφίμους σπουδαστές των ιερατικών σχολείων. Οι διαδηλωτές, αφού διέτρεξαν επί ώρες τους δρόμους με κραυγές και απειλές εναντίον των «απίστων», καταπάτησαν την εκκλησία της Ζωοδόχου Πηγής, την λεηλάτησαν και την έκαψαν.

Ο κύριος σκοπός της διαδηλώσεως ήταν να προκληθεί σύγκρουση με Έλληνες και έτσι να υπάρξει πρόσχημα για τη γενική σφαγή των Ελλήνων, όμως οι Ρωμιοί δεν έδωσαν αφορμή.

Ο σουλτάνος εφάρμοσε τότε τη μέθοδο της θανάτωσης επιφανών Ελλήνων. Τη Μεγάλη Δευτέρα, 4 Απριλίου, ο ίδιος ο σουλτάνος παρακολούθησε τη θανάτωση με αποκεφαλισμό του μεγάλου διερμηνέως, Κωνσταντίνου Μουρούζη. Επακολούθησαν όλη τη Μεγάλη Εβδομάδα θανατώσεις εγκρίτων Ελλήνων.

Στο μεταξύ, οι πρέσβεις έδωσαν διαταγές στους προξένους τους σε όλη την οθωμανική επικράτεια, να μην παρέχουν στους Έλληνες άσυλο, ούτε να επιτρέπουν στους πλοιάρχους να δέχονται φυγάδες. Μόνο o πρεσβευτής της Ρωσίας Στρόγανωφ δεν δέχθηκε το απάνθρωπο αυτό διάταγμα της Οθωμανικής Πύλης.

Ο Πατριάρχης είχε τη δυνατότητα να διαφύγει, αλλά έκρινε ότι όφειλε να παραμείνει ως το τέλος στη θέση του. Η πατριαρχία του λήγει με τη μαρτυρική του θυσία. Το πρωί της Κυριακής του Πάσχα, 10 Απριλίου συνελήφθη, κηρύχθηκε έκπτωτος και φυλακίστηκε. Αλλά στις 3 το απόγευμα της ίδιας μέρας απαγχονίστηκε στη μεσημβρινή πύλη του Πατριαρχείου "ως πρώτος δήθεν και κύριος αρχηγός της επαναστάσεως της Πελοποννήσου".

Επί τρεις ημέρες το σώμα του έμεινε μετέωρο, δεχόμενο τους εξευτελισμούς του μανιασμένου όχλου. Έπειτα οι Οθωμανοί, παρά τις παρακλήσεις και την προσφορά χρημάτων από τους Έλληνες της Πόλης, παρέδωσαν το σώμα σε μία 20μελή επιτροπή Εβραίων έναντι 800 γροσίων. Tο γύμνωσαν και το περιέφεραν στους δρόμους και τελικά το έριξαν στον Κεράτιο. Ο Κεφαλλονίτης πλοίαρχος Νικ. Σκλάβος, βρήκε το σκήνωμα και το μετέφερε κρυφά στην Οδησσό, όπου τάφηκε στον Ελληνικό ναό της Αγίας Τριάδος.

Ο απαγχονισμός του ηγέτη της Ορθοδοξίας έδειξε το αληθινό πρόσωπο των Οθωμανών –συμμάχων της Ιεράς Συμμαχίας- και γιγάντωσε το κίνημα του φιλελληνισμού, καθώς συγκλόνισε την ευρωπαϊκή κοινή γνώμη, η οποία πίεσε τις ηγεσίες της για στήριξη προς τους Έλληνες επαναστάτες.

«Χτίστε σχολεία!»

SOS προς την Ορθόδοξη Εκκλησία

απόσπασμα από την ομιλία μου στο αμφιθέατρο του ΛΑ.Ο.Σ (6 Απριλίου 2009)


...Η Ορθοδοξία πέρα από τη θρησκειολογική και τη μεταφυσική της διάσταση αποτελεί και πρόταση κοινωνικής συμβίωσης. Οι προτάσεις της χριστιανικής διδασκαλίας γίνονται πράξη στην κοινότητα των πιστών.

Στο Βυζάντιο, στην Οθωμανοκρατία αλλά και τα χρόνια που ακολούθησαν την ίδρυση του πενόμενου Ελληνικού κράτους η Ορθόδοξη Εκκλησία είχε αναλάβει τον τομέα της κοινωνικής πρόνοιας. Πέραν του φιλανθρωπικού έργου ίδρυε και συντηρούσε ορφανοτροφεία, φτωχοκομεία, γηροκομεία, νοσοκομεία και εκπαιδευτήρια.

Η Καθολική Εκκλησία αναλαμβάνει ουσιαστική κοινωνική δράση με αρκετή καθυστέρηση, μετά τον 17ο αιώνα στο πλαίσιο της Αντιμεταρρύθμισης, όταν τα νέα μοναχικά τάγματα ιδρύουν σχολεία και νοσοκομεία σε όλη την Ευρώπη. Έτσι, στην Ελλάδα λειτουργούν σήμερα 19 καθολικά σχολεία. Ποιος δεν γνωρίζει την Λεόντειο, τις Ουρσουλίνες, τον Αγ. Παύλο κ.α.

Δυστυχώς, τα σχολεία των Μητροπόλεων της Εκκλησίας της Ελλάδος είναι μόνο 3, στον Πειραιά, στον Βόλο και η Θεομήτωρ στην Ηλιούπολη. Δεν υπολογίζω τα εκκλησιαστικά Λύκεια, καθώς αναφέρομαι σε εκπαιδευτήρια που περιλαμβάνουν από νηπιαγωγείο μέχρι και Λύκειο και λειτουργούν βάσει του ωρολογίου προγράμματος της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Παρέχουν δε ποιοτικό εκπαιδευτικό έργο, πειθαρχία, ασφάλεια και αυξημένα ποσοστά επιτυχίας στην τριτοβάθμια εκπαίδευση.

Η Εκκλησία μας δεν θα όφειλε να ιδρύσει και να συντηρεί ένα εκπαιδευτήριο στην πρωτεύουσα κάθε Νομού και πολλαπλάσια στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη; Ιδιαίτερα σε μία εποχή οικονομικής κρίσης, όπου το κοινωνικό κράτος αποδιαρθρώνεται.

Το ερώτημα είναι αμείλικτο: Θέλει η Εκκλησία καλύψει το κενό, να κάνει την υπέρβαση και να πρωτοπορήσει εκεί που ολιγωρεί η Πολιτεία; Επιθυμεί τελικά ηγετικό ρόλο στον σύγχρονο ελληνισμό;

Η παρούσα συγκυρία είναι ευνοϊκή: Η δημόσια εκπαίδευση είναι χαμηλής ποιότητας, με στόχο την …πολυπολιτισμικότητα. Η ελληνικότητα αμβλύνεται από σχολικά βιβλία Ιστορίας της Ρεπούσειας λογικής, αλλά και τα γυμνασιακά βιβλία λογοτεχνίας από τα οποία απουσιάζει ακόμα και ο Εθνικός μας Ύμνος. Το ΥΠΕΠΘ έχει κάνει γνωστή τη θέση του να καταστήσει προαιρετικό το μάθημα των Θρησκευτικών. Αριστεροί και ψευτοπροοδευτικοί βυσσοδομούν για άμεση κρατικοποίηση της εκκλησιαστικής περιουσίας.

Η ίδρυση ποιοτικών εκπαιδευτηρίων από την Εκκλησία μας θα αποτελούσε αποστομωτική απάντηση στα παραπάνω και κυρίως πολύτιμο στήριγμα στον ελληνικό λαό για μία ποιοτική και εθνική Παιδεία. Θα φρόντιζε για τη σχολική εκπαίδευση και αγωγή δεκάδων χιλιάδων ελληνοπαίδων, ενώ θα προσέφερε εργασία σε χιλιάδες εκπαιδευτικούς και όχι μόνο.

Η Εκκλησία μας διαθέτει την οικονομική ισχύ, το κοινωνικό κύρος και την αγάπη του λαού μας. Έχει την βούληση να το πράξει; Να θυμίσω το σύνθημα του Κοσμά του Αιτωλού που σε συνθήκες σκλαβιάς έχτισε σε 18 χρόνια 847 σχολεία: «Χτίστε σχολεία! Χτίστε σχολεία!».

Απρίλιος 1941

Καθώς τα σχολικά βιβλία περιορίζουν την συμβολή της Πατρίδας μας στο Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο σε ένα δισέλιδο το πολύ, ενώ αποσιωπούν την μάχη των οχυρών, καλό είναι να θυμηθούμε τα κύρια σημεία από το χρονικό του Απριλίου 1941.

Η εαρινή επίθεση των Ιταλών είχε αποτύχει και ο Τσώρτσιλ είχε την ελπίδα ότι η Αγγλία, η Ελλάδα, η Γιουγκοσλαβία και η Τουρκία θα μπορούσαν να παρατάξουν 70 μεραρχίες στα Βαλκάνια απέναντι στις δυνάμεις του Άξονα.

Ωστόσο, η μεν Γιουγκοσλαβία προσχώρησε στις 25 Μαρτίου 1941 στον Άξονα (με την υπόσχεση ότι θα έπαιρνε την Θεσσαλονίκη), η δε Τουρκία κράτησε «ουδέτερη» στάση και παρείχε κάθε ευκολία στους Ναζί.

Στις 6 Απριλίου 1941, στις 5.15 πμ ο Χίτλερ εξαπέλυσε εναντίον της Πατρίδας μας 24 Επίλεκτες Μεραρχίες υπό τον Στρατάρχη Φον Λιστ σε εφαρμογή του Σχεδίου “ΜΑΡΙΤΑ”. Το λιμάνι του Πειραιά βομβαρδίζεται με σφοδρότητα από τα Στούκας.

Στο Βερολίνο, πληροφορούσαν τον Έλληνα πρέσβη ότι ο γερμανικός στρατός εισέρχεται στην Ελλάδα για να εκδιώξει τους Βρετανούς. Ο πρωθυπουργός Κορυζής απάντησε το δεύτερο μεγάλο ΟΧΙ.

Στα οχυρά της “Γραμμής Μεταξά” στην Μακεδονία και τη Θράκη (Νυμφαία, Εχίνος, Ρούπελ, Ιστίμπεη) οι Έλληνες μαχητές αμύνονται ηρωικά, κερδίζουν κάποιες μάχες και, όταν λήγει ο άνισος αγώνας τους, δέχονται “Στρατιωτικές τιμές” από τον ίδιο τον αντίπαλο τους:

«Η ελληνική ευψυχία ανεγνωρίσθη από τους ίδιους τους Γερμανούς. Ο Γερμανός συνταγματάρχης που παρέλαβε το οχυρό Παλιουριώνες συνεχάρη τον διοικητή του οχυρού και τη φρουρά, εξέφρασε τον θαυμασμό του για την αντίσταση και κάλεσε τον διοικητή τού οχυρού να επιθεωρήσει μαζί του το γερμανικό τάγμα ενώ διέταξε να υψωθεί η γερμανική σημαία μόνο μετά την αναχώρηση των Ελλήνων. Ο Γερμανός αξιωματικός στον οποίο παρεδόθη το Ρούπελ εξέφρασε την υπερηφά¬νεια του, διότι επολέμησε εναντίον ενός τόσο γενναίου αντιπάλου.» (Σπύρος Μαρκεζίνης, Σύγχρονη Ιστορία της Ελλάδος, τόμος 1ος, σ.224, Αθήνα 1994).

Στις 9 Απριλίου, καταλαμβάνεται η Θεσσαλονίκη. Υπογράφεται συνθηκολόγηση. Η Ταξιαρχία του Έβρου, αφοπλίζεται. Ο Διοικητής της, Υποστράτηγος Ιωάννης Ζήσης, αυτοκτονεί.

Στις 18 Απριλίου, ο πρωθυπουργός Κορυζής συμμετείχε σε συνεδρίαση του Υπουργικού Συμβουλίου. Ακολούθησε κατ' ιδίαν συνομιλία του με τον βασιλιά Γεώργιο. Το τι ειπώθηκε δεν είναι γνωστό, αν και εικάζεται ότι οι δύο άνδρες διαφώνησαν ως προς την ενδεχόμενη μετακίνηση της ελληνικής κυβέρνησης στην Κύπρο. Πάντως, ο Κορυζής επιστρέφοντας σπίτι του, αυτοκτόνησε.

Στις 23 Απριλίου, στην Ήπειρο, ο Ταγματάρχης πυροβολικού Νικ. Βερσής, Διοικητής μοίρας πυροβολικού, όταν αναγκάζεται να παραδώσει τα πυροβόλα του στους Γερμανούς -σύμφωνα με τους όρους της ανακωχής- αυτοκτονεί ενώ οι άνδρες του ψάλλουν τον Εθνικό Ύμνο.

Στις 27 Απριλίου, στην Ακρόπολη των Αθηνών, ο Γερμανός Αξιωματικός δίνει εντολή στον εύζωνο Κωνσταντίνο Κουκίδη, φρουρό της Σημαίας μας, να την αφαιρέσει για να αναρτήσει τον αγκυλωτό σταυρό. Εκείνος την υποστέλλει κλαίγοντας και ψάλλοντας τον Εθνικό Ύμνο, τυλίγεται με αυτήν και αυτοκτονεί πέφτοντας από τον Ιερό Βράχο.

Ο ίδιος ο Χίτλερ, τον Μάιο του 1941, ομολόγησε στο Reichstag: “Η ιστορική δικαιοσύνη με υποχρέωσε να διατυπώσω ότι από όλους τους αντιπάλους τους οποίους αντιμετωπίσαμε, οι Έλληνες πολέμησαν με ύψιστο ηρωισμό και αυτοθυσία και συνθηκολόγησαν μόνον όταν η περαιτέρω αντίσταση τους ήταν αδύνατη και κατά συνέπεια μάταιη”.

Δυστυχώς, η σύγκριση των τεράστιων αυτών Ελλήνων με την σύγχρονη ηγεσία μας είναι απογοητευτική και συντριπτική. Ίσως αυτός είναι ο λόγος που οι ηρωικές πράξεις «δεν χωρούν» στα σχολικά βιβλία, που απευθύνονται σε μαθητές 9-17 ετών. Αυτή η ηλικία διαμορφώνει φρόνημα, αναζητεί πρότυπα, ηρωικές φυσιογνωμίες και πράξεις.

Γενικότερα, η ιστορική μνήμη απαιτεί να τιμούμε τους ήρωες και να φωτίζουμε το παρελθόν για να συνεχίσει το Έθνος μας την ύπαρξη του στο μέλλον.

φωτο: Μνημείο για τον Κ. Κουκίδη στο βράχο της Ακρόπολης